ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗ – ΜΕΓΑΛΗ ΤΟΥ ΓΕΝΟΥΣ ΣΧΟΛΗ (15 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2007, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗ)

Θεοφάνης Βασαγεώργης Φαρμακοποιός Το 2004 εορτάστηκαν τα 550 χρόνια από την επανίδρυση της Σχολής. Οι εορταστικές εκδηλώσεις ξεκίνησαν με μεγαλοπρεπή τελετή στις 30-1-2004 παρουσία του Οικουμενικού Πατριάρχου και των υπουργών Παιδείας Ελλάδος και Τουρκίας. Για να κατανοήσουμε όμως τον ιστορικό ρόλο που έπαιξε ανά τους αιώνες και τη μέχρι σήμερα συνεχή παρουσία της Μεγάλης του Γένους Σχολής, καλό είναι να κάνουμε μια σύντομη ιστορική αναδρομή. Στις αρχές του 15ου αιώνα οι Οθωμανοί Τούρκοι είχαν καταλάβει μεγάλο μέρος της Μικράς Ασίας και είχαν μετατρέψει τη Βαλκανική χερσόνησο σε επαρχεία της επικράτειάς τους. Το δεσποτάτο του Μυστρά, το κράτος των μεγάλων Κομνηνών στην Τραπεζούντα, μαζί με την Βασιλεύουσα περίμεναν εναγωνίως το ολέθριο τέλος τους. Στον πνευματικό τομέα, η κατάσταση ήταν ακόμη χειρότερη. Πριν την Άλωση, οι επιφανέστεροι των λογίων κατέφυγαν στη Δύση, όπου κατέλαβαν σπουδαίες θέσεις στην πνευματική ιστορία της Ευρώπης κι υπήρξαν συντελεστές της Αναγέννησης. Όμως τα σχολεία της πατρίδας τους έμειναν χωρίς δασκάλους, τα δε εκκλησιαστικά και πολιτικά πράγματα έμειναν χωρίς λόγιους κι έμπειρους λειτουργούς. Μετά την Άλωση οι εξανδραποδισμοί κι οι εξισλαμισμοί κατέστησαν την επιβίωση του γένους των Ελλήνων προβληματική. Τα μόνα στηρίγματα ήταν η Ορθόδοξη πίστη και η Ελληνική παιδεία. Αυτός ήταν και ο λόγος που ο Πατριάρχης Γεννάδιος, επωφελούμενος των προνομίων που έδωσε ο πορθητής σουλτάνος Μωάμεθ Β’ επανίδρυσε το 1454 την “Πατριαρχικήν Ακαδημίαν” η οποία λειτουργούσε και πριν την Άλωση. Πρώτος διδάσκαλος και Σχολάρχης της Πατριαρχικής Σχολής υπήρξε ο Ματθαίος Καμαριώτης από την Θεσσαλονίκη, μαθητής του Γενναδίου αλλά και πνευματική προσωπικότητα η οποία καλύπτει σχεδόν όλο τον 15ο αιώνα. Μετά τον θρυλικό γέροντα Ματθαίο Καμαριώτη, διευθύνουν και διδάσκουν στη Σχολή επιφανείς λόγιοι όπως οι Ζυγομαλάδες, ο Θεόφιλος Κρυδαλλεύς, ο Αλέξανδρος Δ’ Μαυροκορδάτος, ο Ευγένιος Βούλγαρης, ο Δωρόθεος Πρώιος, ο Κωνσταντίνος Κούμας, ο Φιλόθεος Βρυένιος, ο Γρηγόριος Παλαμάς και άλλοι. Η Σχολή κατά καιρούς είχε διάφορες ονομασίες όπως, “Πάγκοινος Ακαδημία”, “Του Πανελληνίου Σχολή”, “Διδασκαλείον”, “Κοινόν του Γένους Μουσείον”, “Ελληνομουσείον”, “Ελληνομουσείον της Βασιλίδος των πόλεων”, “Παγγενής Σχολή”, “Το εν Κουρούτσεσμε του Γένους Μουσείον”, “Τέμενος των Μουσών”, “Ελληνικόν Σχολείον”, “Πατριαρχικόν Σχολείον”, έως την οριστικοποίηση το 1805 της ονομασίας “ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΗ ΜΕΓΑΛΗ ΤΟΥ ΓΕΝΟΥΣ ΣΧΟΛΗ”. Στην Τουρκική γλώσσα ο όρος Γένος παραλείπεται εντελώς κι έτσι ονομάζεται Fener Mektebi Kebir (Μεγάλη Σχολή Φαναρίου). Συν τω χρόνω διαγράφεται και το Kebir και η ονομασία της Σχολής περιορίζεται Fener Rum Lisesi (Ρωμαίικο Λύκειο Φαναρίου.) Από τη σύσταση της μέχρι το 1803 η Πατριαρχική Ακαδημία στεγάζεται σε διάφορα οικήματα του Φαναρίου. Το 1804 η Σχολή μεταφέρεται στο μέγαρο του Αλεξάνδρου Μαυροκορδάτου στην Ξηροκρήνη (Κουρούτσεσμε). Εδώ η Σχολή λειτουργεί μέχρι το 1825 οπότε και επανέρχεται στην αρχική της έδρα στο Φανάρι για να μεταφερθεί και πάλι το έτος 1837 στην Ξηροκρήνη έως το 1849, οπότε και εγκαθίσταται οριστικώς πλέον στο Φανάρι. Χάρη στις δωρεές του Γεωργίου Ζαρίφη, των πατέρων της Ιεράς Μονής Βατοπεδίου καθώς κι άλλων δωρητών, στις 30 Ιανουαρίου 1880, εορτή των Τριών Ιεραρχών, εγκαθίσταται ο θεμέλιος λίθος ενός επιβλητικού ως έμελλε να είναι κτιρίου, που δεσπόζει επί του Κερατίου Κόλπου στη συνοικία του Μουχλίου και πλησίον του ομωνύμου ναού της Παναγίας. Αρχιτέκτονας ήταν ο Κωνσταντίνος Δημάδης. Τα εγκαίνια πραγματοποιήθηκαν από τον Πατριάρχη Ιωακείμ Γ’ στις 12 Σεπτεμβρίου 1882. Η όλη δαπάνη του νέου κτιρίου ανήλθε στις 27.000 χρυσές λίρες. Η επιγραφή «Πατριαρχική Μεγάλη του Γένους Σχολή επί Ιωακείμ του Γ’ 1880» που τέθηκε τότε επί της προσόψεως αφαιρέθηκε δυστυχώς κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1970 με επέμβαση των Τουρκικών αρχών. Η διεύθυνση της Σχολής πριν την ίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας ανατίθεντο πάντοτε σε κληρικούς οι οποίοι έφεραν τον τίτλο του Σχολάρχου. Οι τελευταίοι Σχολάρχες υπήρξαν ο Μητροπολίτης Σάρδεων Μιχαήλ Κλεόβουλος και ο μέγας κατηχητής Αλέξανδρος Ζώτος. Μετά την Μικρασιατική Καταστροφή, κατά την περίοδο της Τουρκικής Δημοκρατίας, η Σχολή λειτουργεί πλέον ως Γυμνάσιο-Λύκειο, οι δε Σχολάρχες είναι λαϊκοί. Ο πρώτος μη κληρικός που ανέλαβε την διεύθυνση ήταν ο Σπυρίδων Ζαχαριάδης. Ακολουθούν οι Γεώργιος Δικταμπάνης, Ιωάννης Kαραγιάννης και Νικόλαος Μαυράκης, όλοι απόφοιτοι της Σχολής. Στις μέρες μας στο πηδάλιο της διεύθυνσης της Σχολής βρίσκεται η κυρία Βικτωρία Λαιμοπούλου η οποία, μαζί με τους συνεργάτες της εκπαιδευτικούς, συνεχίζει το έργο της Μεγάλης του Γένους Σχολής παρά τις αντιξοότητες. Στη Μεγάλη του Γένους Σχολή μαθήτευσαν νέοι από όλες τις περιοχές του Ελληνισμού: Μικρά Ασία, Πελοπόννησο, Ήπειρο, νησιά του Αιγαίου, Θράκη, και φυσικά και από την Κωνσταντινούπολη. Μεταξύ των αποφοίτων διακρίθηκαν ανώτεροι κληρικοί, πολιτικοί, δημοσιογράφοι, καθώς και πλήθος εκπαιδευτικών οι οποίοι συνετέλεσαν στη σφυρηλάτηση της εθνικής συνείδησης. Σταχυολογώ μερικά ονόματα:
  • Δημήτριος Κάντεμιρ, πρίγκιπας της Μολδαβίας, έζησε τον 17ο και αρχές του 18ου αιώνα.
  • Παύλος Καρολίδης, ιστορικός, καθηγητής πανεπιστημίου.
  • Βλάσης Γαβριηλίδης, δημοσιογράφος, λόγιος και ένας από τους κορυφαίους ανακαινιστές της Ελληνικής δημοσιογραφίας.
  • Φωκίων Δημητριάδης, ταλαντούχος σκιτσογράφος.
  • Γιάννης Γρυπάρης, ποιητής, μεταφραστής αρχαίων τραγικών και ένας από τους κυριότερους εκπροσώπους της πρώτης μεταΠαλαμικής γενιάς.
Πριν από τις απελάσεις των Ελλήνων υπηκόων το 1964 η Σχολή είχε 448 μαθητές. Το επόμενο σχολικό έτος (1964-1965) ο αριθμός πέφτει στους 228 και έκτοτε η μείωση του αριθμού των μαθητών συνεχίζεται ραγδαία. Στις μέρες μας η Μεγάλη του Γένους Σχολή λειτουργεί ως μεικτό Γυμνάσιο-Λύκειο κι έχει γύρω στους 60 μαθητές και μαθήτριες. Η Μεγάλη του Γένους Σχολή υπήρξε η ζωογόνος πνοή της αρχαίας Ελληνικής γλώσσας, της αρχαίας φιλοσοφίας και της ιστορίας, αλλά και ο αναμεταδότης φάρος της ορθόδοξης παρακαταθήκης.

Κωνσταντίνος Σταθόπουλος

Φαρμακοποιός – Ερευνητής

Η πορεία των Ελληνικών Φαρμακείων ακολούθησε την πορεία των φαρμακευτικών σπουδών και τα δύο αυτά στοιχεία εξελίσσονται παράλληλα. Με τη σύσταση του Νέου Ελληνικού Κράτους ήρθαν Έλληνες και αλλοδαποί από το εξωτερικό για να διδάξουν στο νεοσύστατο Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο, καθώς και φαρμακοποιοί από τη Γένοβα, την Πίζα και την Πόλη για να ιδρύσουν φαρμακεία.

Στη Φαρμακευτική Σχολή του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου δίδαξαν οι:

  1. Λάνδερερ Ξαβέριος, καθηγητής της Φαρμακευτικής Χημείας
  2. Κρίνος Σταμάτιος, πρώτος καθηγητής της Φαρμακογνωσίας που διορίστηκε ως καθηγητής της Φαρμακογραφίας (έδρας της Ιατρικής τότε) όπου ο ξακουστός Θεόδωρος Αφεντούλης δίδασκε Φαρμακολογία
  3. Ζαβιτσιάνος Γεώργιος, καθηγητής Φαρμακευτικής Χημείας
  4. Κρίνος Γεώργιος
  5. Δαμβέργης Αναστάσιος
  6. Εμμανουήλ Εμμανουήλ
  7. Κρητικός Παναγιώτης
  8. Τσατσάς Γεώργιος
  9. Φιλιάνος Σκεύος

Σήμερα στο Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο διδάσκουν οι:

  1. Παπαϊωάννου Γεώργιος, καθηγητής Φαρμακευτικής Τεχνολογίας
  2. Χαρβάλα Αικατερίνη, καθηγήτρια Φαρμακογνωσίας
  3. Σκαλτσούνης Λέανδρος, καθηγητής Φαρμακογνωσίας
  4. Δεμέντσος Κωνσταντίνος
  5. Μαράκος Παναγιώτης
  6. Ράλλης Γεώργιος κλπ.

      Το πρώτο πανεπιστήμιο λειτούργησε στην οδό Θόλου στην Πλάκα (που κατόπιν μετατράπηκε σε ταβέρνα και σήμερα λειτουργεί ως πνευματικό κέντρο), και στη συνέχεια μεταφέρθηκε στην οδό Πανεπιστημίου, στο Κλασικό Κτίριο.

      Τα πρώτα χρόνια η ίδρυση φαρμακείου ήταν περίπου ελεύθερη, με την προϋπόθεση ο ιδρυτής να έχει έγγραφα που να πιστοποιούν την επιστημονική του κατάρτιση. Αργότερα απαιτήθηκε η Ελληνική ιθαγένεια και η άδεια δινόταν από το Α.Υ.Σ. κατόπιν εξετάσεων και ανάλογα με τον πληθυσμό της πόλης.

      Το πρώτο φαρμακείο του νεοσύστατου κράτους ιδρύθηκε στο Ναύπλιο από τον Βονιφάτιο Βοναφίν που ήρθε από την Τεργέστη της Αυστροουγγαρίας. Ο Βοναφίν άσκησε την φαρμακευτική επιμελώς και με πνεύμα φιλανθρωπίας και είναι αυτός που ταρίχευσε τη σωρό του δολοφονηθέντος κυβερνήτη Ι. Καποδίστρια.

      Βέβαια, προϋπήρχε στο Ναύπλιο και το φαρμακείο του Πασχάλη Θεοδώρου που είχε σπουδάσει Ιατρική στο Πανεπιστήμιο Πάδοβας. Αυτός ασκούσε την ιατρική και παράλληλα διηύθυνε και το φαρμακείο όπου παρασκεύαζε γαλινικά, φάρμακα, καταπότια, εκχυλίσματα κλπ. Στο τέλος το κτίριο όπου στεγαζόταν κατέληξε να γίνει καπνοπωλείο.

      Το 1850 λειτουργούσαν στην Ελλάδα 80 περίπου φαρμακεία.

      Το 1841 συστάθηκε Φαρμακευτικό Σχολείο, διετούς φοιτήσεως, στην Ιόνιο Ακαδημία που λειτούργησε στην Κέρκυρα από το 1824 μέχρι το 1864. Οι απόφοιτοι είχαν δυνατότητα ίδρυσης φαρμακείων, κυρίως στα Επτάνησα.

      Το 1835 ιδρύεται στην Αθήνα “κατάστημα Χειρουργίας, Φαρμακοποιίας και Ιατρικής”, με πρώτο καθηγητή τον Ξαβέριο Λάνδερερ, συγγραφέα της Πρώτης Ελληνικής Φαρμακοποιίας.

      Το 1838 ιδρύεται το Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο όπου φοιτούν οι πρώτοι σπουδαστές Φαρμακευτικής. Οι σπουδαστές έχουν ηλικία 16 ετών, είναι τελειόφοιτοι του Ελληνικού Σχολείου, γνωρίζουν Λατινικά και έχουν εξασκηθεί σε φαρμακείο για 3 χρόνια. Στα δύο πρώτα χρόνια της λειτουργίας του Παν/μίου δεν εγγράφεται κανένας φοιτητής στη Φαρμακευτική. Στο τρίτο έτος λειτουργίας εγγράφονται 5 φοιτητές.

      Το 1843 ιδρύεται ως τμήμα της Ιατρικής Σχολής τριετής Φαρμακευτική Σχολή της οποίας οι φοιτητές έχουν ηλικία 18 ετών και εισάγονται με εξετάσεις.

      Μετά από πολλά χρόνια, το 1950, ιδρύεται η Φαρμακευτική Σχολή Θεσσαλονίκης ως τμήμα της Φυσικομαθηματικής, και αργότερα το Φαρμακευτικό Τμήμα στο Πανεπιστήμιο Πάτρας.

      Οι σημερινές φαρμακευτικές σχολές διαθέτουν πάρα πολλά τμήματα στα οποία διδάσκουν πλήθος καταρτισμένων καθηγητών, διαθέτουν άρτια εξοπλισμένα σύγχρονα εργαστήρια όπου διεξάγεται σημαντική πρωτοποριακή έρευνα και χορηγούν μεταπτυχιακά και διδακτορικά διπλώματα. Οι πτυχιούχοι φαρμακοποιοί γίνονται αποδεκτοί σε αξιόλογες θέσεις σε πανεπιστήμια και εργαστήρια τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Αμερική. Οι φαρμακευτικές σπουδές στην Ελλάδα είναι από τις δυσκολότερες, τόσο όσον αφορά στην εισαγωγή όσο και στην προπτυχιακή εκπαίδευση. Έπαυσε πια η φαρμακευτική να αποτελεί τον ουραγό της φυσικομαθηματικής και τέθηκε επικεφαλής.

      Αλλά, όπως προαναφέρθηκε, την πορεία των φαρμακευτικών σπουδών ακολουθεί και ο εκσυγχρονισμός των φαρμακείων. Αλλάζουν ριζικά τα πάντα: οι εξωτερικές βιτρίνες μεγεθύνονται ώστε να εισέρχεται περισσότερο φως στο κατάστημα, ο χώρος φωτίζεται άπλετα, μπαίνουν ηλεκτρονικοί υπολογιστές και αξιοποιείται το Internet, δημιουργούνται διασυνδέσεις με τις φαρμακαποθήκες στο πνεύμα του αυτοματισμού, σχεδιάζονται βιτρίνες σε νέο στιλ αλλά και απομιμήσεις των παλαιών φαρμακείων, καθιερώνονται οι συρταριέρες, τα ιδιοσκευάσματα φεύγουν από το προσκήνιο και προωθούνται τα OTC και τα καλλυντικά.

      Παράλληλα όμως το εργαστήριο από το φαρμακείο μεταφέρεται στη βιομηχανία. Σπάνια πλέον ο φαρμακοποιός παρασκευάζει γαληνικές συνταγές διότι και ο γιατρός αποφεύγει τη συνταγογράφησή τους.

      Το κομβικό σημείο λοιπόν είναι πώς θα επαναλειτουργήσει το εργαστήριο στο φαρμακείο. Μερικοί συνάδελφοι έχουν συλλάβει τα μηνύματα των καιρών και αρχίζουν να χρησιμοποιούν τις αποκτηθείσες επιστημονικές τους γνώσεις, αναβαθμίζουν το εργαστήριο και το εμπλουτίζουν με νέα σύγχρονα όργανα, γίνονται επιστημονικοί σύμβουλοι, παρασκευάζουν τα πάντα: αλοιφές, σαπούνια, εκχυλίσματα, εκτελούν όλες τις γαληνικές συνταγές και επιδίδονται και στις εναλλακτικές θεραπείες, όπως ομοιοπαθητική, Αγιουβέρδα κλπ.

      Νέος άνεμος πνέει στα φαρμακεία. Ο νέος φαρμακοποιός μελετά, χρησιμοποιεί το Internet, παρακολουθεί σεμινάρια όπως αυτά που οργανώνει ο καθηγητής Παπαϊωάννου κάθε Τετάρτη με ομιλητές καθηγητές από Φαρμακευτικές, Ιατρικές και άλλες επιστημονικές σχολές, παρακολουθεί μαθήματα Οικονομικών και κάνει μεταπτυχιακά στο Μάρκετινγκ. Ας ελπίσουμε ότι θα γενικευθεί η αγάπη για τη γνώση και την επιστημονική καταξίωση.

      Το σημερινό φαρμακείο οφείλει να ανακτήσει την παλιά του αίγλη. Για να γίνει αυτό εφικτό πρέπει ο φαρμακοποιός να διαθέσει λίγο χρόνο και χρήμα. Πρέπει να οργανώσει το εργαστήριό του και να παρασκευάσει τα δικά του αποκλειστικά σκευάσματα που θα γίνουν απαραίτητα, να σκύψει πάνω από τα παλαιά συνταγολόγια και συγγράμματα. Τέτοια υπάρχουν άφθονα στις βιβλιοθήκες του Αγίου Όρους, όπως οι Κώδικες Διοσκουρίδη στις μονές Κουτλουμουσίου, Μεγίστης Λαύρας και στη Μονή Ιβήρων, στις οποίες διατίθεται πλούσιο υλικό που περιμένει να αναδειχθεί και να αξιολογηθεί.

      Επίσης πρέπει να μελετηθεί και η χλωρίδα του Πηλίου, του Αγίου Όρους κ.α. Αυτό μπορεί να γίνει με τη συνεργασία του Πανεπιστημίου, όπως φέτος το καλοκαίρι οργανώθηκε επίσκεψη στο Όρος για μελέτη από τον καθηγητή Σκαλτσούνη Λέανδρο.

      Στις Καρυές υπάρχει και το φαρμακείο που έπαψε να λειτουργεί το 1940 και διευθυνόταν από το διδάκτορα φαρμακοποιό Μπουλαλά, με άδεια – συγκίλιο που είχε εκδοθεί από το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως. Προσφάτως αναστηλώθηκε από την APIVITA και περιμένει φαρμακοποιό για να λειτουργήσει.

      Ο συνάδελφος Γ. Γκιζάνης έχει γράψει πολλά για τα φαρμακεία του Αγίου Όρους κατά τις συχνές του επισκέψεις εκεί. Συχνά επισκεπτόταν το Όρος και ο ποιητής φαρμακοποιός Ν. Πετζίκης, όπου και είχε εμπνευστεί πολλά ποιήματα. Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει και ο νεοϊδρυθέν Κήπος του Ιπποκράτη στο χώρο του Ιπποκρατείου Ιδρύματος στην Κω, όπου έχουν φυτευτεί 115 από τα 256 φυτά που χρησιμοποιούσε ο Ιπποκράτης για τις θεραπείες του. Επίσης σχεδιάζεται μουσείο φαρμακευτικών και ιατρικών οργάνων, Βοτανικός Κήπος και το “Μονοπάτι του Ήλιου”, που θα συνδέει τον αρχαιολογικό χώρο με το ίδρυμα.

 

Θεόδωρος Μεσσήνης

Φαρμακοποιός

Πάντοτε μου κέντριζαν ιδιαίτερα το ενδιαφέρον οι στίχοι εκείνοι από το πρώτο μέρος του Φάουστ όταν πρωτοπαρουσιάστηκε ο Μεφιστοφελής στο γραφείο του και εκείνος τον ρώτησε  “Ποιος είσαι;” Η απάντηση είναι εξόχως ενδιαφέρουσα: “Είμαι εκείνο το πνεύμα που ενώ επιθυμεί το κακό, κάνει πάντοτε το καλό”. Την παραφράζω λιγάκι: “Είμαι φαρμακοποιός, και ενώ σας δίνω κάτι πικρό σας κάνω καλό, στοχεύω πάντοτε να σας κάνω καλό, μέσα στις δυνατότητες της επιστήμης μου, και αποβλέπω να υπηρετώ τη ζωή, τον άνθρωπο, την ανθρωπότητα”. Ρωτώ πολλές φορές τον εαυτό μου: “Ποιο είναι το πρώτιστο πνευματικό μου καθήκον και ποιο το κοινωνικό αίτημα της συνείδησής μου;”

Αν υπάρχουν απαντήσεις, πρέπει να συνιστούν το συνειδησιακό υπόβαθρο και το σύστημα αξιών όλων των συναδέλφων μου. Με ευθύνη και ταπεινότητα σας λέω ότι είναι το εσώτερο ηθικό μας αίτημα.
Σας δηλώνω καταρχήν εκφράζοντας – παρά το πρώτο πρόσωπο – όλους τους συναδέλφους μου, ότι δεν έχουμε πρόθεση να συμπλέουμε με τους πολλούς, δε θέλουμε να αρέσουμε στους πολλούς, έχουμε διάθεση να αντισταθούμε στους πολλούς, με βάση το βάρος της κληρονομιάς του επαγγέλματός μας, από τις αρχές της προϊστορίας και του μύθου μέχρι σήμερα.
Είμαστε κληρονόμοι των ιερέων, των μοναχών, των μάγων, των δρυιδών, των σαμάνων, των μάντεων, των οιωνοσκόπων, των σιβύλλων, των σειληνών, των αλχημιστών, των ασκληπιάδων, που ήταν φαρμακοποιοί και γιατροί. Είχαν στη φαρέτρα τους σαν κι εμάς πολυκόμπους, αλθαία, πασιφλόρες, σμύρνα, ευφορβία, οινάνθη, ασπρόξανθη, ταραξάκο, χαμομήλι, σησάμι, σίκερα, σεμιδάλη, σίλυβο και άπειρα άλλα βότανα και φάρμακα που μας δώρισαν μέχρι σήμερα. Οι άνθρωποι αυτοί ήταν επιστήμονες ιεροφάντες, με πρώτιστο καθήκον την πνευματική εξύψωση και επιστημονική πρόοδο για να κάνουν τη γνώση και τα αποτελέσματά της κτήμα των πολλών.
Εμείς λοιπόν, οι δίκαιοι κληρονόμοι τους, τεντώνουμε το τόξο μας να κατακτήσουμε μεγαλύτερους πνευματικούς ορίζοντες πρωτόγνωρους στην ανθρώπινη ιστορία και είμαστε αρκετά υπερήφανοι αν ρίξουμε μια ματιά στο σήμερα.
Κάθε φορά όμως που μετακινούμε τη γραμμή-όριο χωρισμού του γνωστού από το άγνωστο και μεγαλώνουμε το γνωστό εις βάρος του αγνώστου, πρέπει να γνωρίζουμε ότι “δεν έχει ο δρόμος τελειωμό κι όλο τραβάς μπροστά κι όλο μπρος κι όλο δρόμος”. Κυρίαρχα λοιπόν πνευματικά μας καθήκοντα είναι η εξέλιξη και το όραμα, μόνη μας όμως σοφία και συνείδηση η ταπεινοφροσύνη. Η ταπεινοσύνη που “δεν έχει τέλος”, όπως λέει και ο Έλιοτ.
Είχα την τύχη, όταν ήμουν πρωτοετής του Πανεπιστημίου Αθηνών, να γνωρίσω το Νίκο Γαβριήλ Πεντζίκη σε εκδήλωση προς τιμήν του στο ίδρυμα Γουλανδρή-Χορν. Του συστήθηκα, άκου θράσος, ως συνάδελφος. Μου χάιδεψε το κεφάλι και μου είπε: “Όταν μικρέ μου θα σε παύουν από φαρμακοποιό να γίνεσαι πνευματοποιός, με μάτια ορθάνοιχτα σε νέες ανάγκες που θα ‘ρθουν, μα μην ξεχνάς τη μάνα γη και να την προστατεύεις, γιατί βοτανοδότρα άλλη δε θα βρεις, όχι του σώματος, αλλά του μυαλού και της ψυχής”. Οι λέξεις αυτές μου φάνηκαν ακατάληπτες όπως και ο λόγος του πολλές φορές, μα σήμερα όπως κι εσείς νιώθω περήφανος όταν συνάδελφοί μας σαν κι εκείνον ανοίγουν νεόκοπους ορίζοντες. Αποφεύγουμε δε τους κηπουρούς που καλλιεργούν χωράφια εκχερσωμένα από καιρό, αφού “σε τέτοιες συνθήκες η αληθινή πνευματική ζωή είναι απούσα” κατά τον Ρεμπώ.
Όρισα ελάχιστα το τεράστιο πνευματικό μας όραμα και μετά έψαξα μέσα μου να δω πώς θα το μεταφέρω στο κοινωνικό μας καθήκον και αγώνα.
Θα ξεκινήσω από μακριά: “Ο homo sapiens είναι το πιο ενδιαφέρον και εκνευριστικό ζώο που κατοικεί στον πλανήτη Γη” κατά τον Μπέρτραντ Ράσελ.
Είναι χρήσιμο όμως να ατενίσουμε τον εαυτό μας – άνθρωπο με αμεροληψία· για τα όσα κάναμε στο παρελθόν, κάνουμε στο παρόν και θα κάνουμε στο μέλλον (όπως αυτό θα υπάρχει), του ζωολογικού μας είδους.
Μειονεκτούσαμε έναντι των περισσότερων εμβίων όντων σε πολλές ιδιότητες, πλεονεκτούσαμε όμως στον εγκέφαλο. Αυτή ήταν η ειδοποιός διαφορά της κυριαρχίας μας στη γη.
Φωτιά, δόρατα, βέλη, εξημέρωση των ζώων, γεωργία, προφορικός και τέλος γραπτός λόγος, μας οδήγησαν τα τελευταία πεντακόσια χρόνια σε πρόοδο μεγαλύτερη από την ανάλογη όλων των προηγουμένων αιώνων.
Καίριο όμως πρόβλημα είναι πως οι γνωστικές, ηθικές και συναισθηματικές μας συνήθειες δε μεταβλήθηκαν προς το καλύτερο όσο η τεχνολογία, με αποτέλεσμα την ουσία της σύγχρονης τραγωδίας. Όσο μεγαλώνει η γνώση τόσο σβήνει η σύνεση.
Όμως αποδεικνύεται, μέρα με την ημέρα, πως η ενάρετη ζωή είναι το ίδιο απαραίτητη για την αντιμετώπιση των δυσκολιών όσο και τα αναχώματα για τις πλημμύρες των ποταμών. Και εξηγούμαι: όταν ο άνθρωπος επεβλήθη στους κινδύνους του μη ανθρώπινου περιβάλλοντος, έφερε μαζί του στον καινούριο κόσμο το σύμπλεγμα των ενστίκτων και των ικανοτήτων που του επέτρεψαν την ως τώρα επιβίωσή του. Του χρειάζονταν κι έφερε άγρυπνο φόβο, σκληρότητα, αποφασιστικότητα και παθιασμένο θάρρος/θράσος μπροστά στον κίνδυνο. Τι τα έκανε όμως όλα αυτά όταν οι παλιοί κίνδυνοι είχαν ξεπεραστεί; Έστρεψε την καχυποψία και την έχθρα που ως τότε χρησιμοποιούσε εναντίον των τίγρεων και των λιονταριών εναντίον των συνανθρώπων του και κυρίως εναντίον αυτών που ζούσαν έξω από την ομάδα. Έτσι σιγά σιγά δημιουργήθηκαν μεγάλες φυλετικές ενότητες και έθνη και ο κίνδυνος της φυλής έφερε τον πόλεμο μέχρι και σήμερα.
Η διαίρεση της ανθρωπότητας σε ανταγωνιζόμενα και συχνά εχθρικά έθνη είχε, εκτός των άλλων τεραστίων καταστρεπτικών αποτελεσμάτων εις βάρος του συστήματος αξιών μας, και ανεπίτρεπτα λάθη στην αξιολόγηση των ατόμων στις κοινωνίες. Έτσι, στη Μεγάλη Βρετανία για παράδειγμα, τα μεγαλύτερα μνημεία είναι του Νέλσωνα και του Ουέλλινγκτον προς τιμήν της επιδεξιότητάς τους στους πολέμους, και όχι του Σαίξπηρ και του Νεύτωνα. Αλλά και οι περισσότεροι υπόλοιπο λαοί είχαμε περίπου τις ίδιες επιλογές.
Όλοι αναγνωρίζουμε ότι συχνά η σφαγή και η εξόντωση δεν είναι παρά εθνική αλαζονεία και ανταγωνισμός και αυτό ξεκινάει από τον τρόπο που βιώνουμε τη ζωή στη σύγχρονη κοινωνία. Αυτό πρέπει να αλλάξει εδώ και τώρα και θα αλλάξει αν ανυψώσουμε στην κορυφή των αξιών μας τον Άλλον.
Ο Άλλος άνθρωπος, ο Άλλος, είναι αμετακίνητη και απαραβίαστη αξία, την οποία πρέπει να υπερασπιστούμε περισσότερο από τον εαυτό μας σε όλα τα επίπεδα για να αλλάξουμε την πορεία της ιστορίας. Ας πάψουμε οριστικά, ριζικά και αποφασιστικά να ζητούμε να αποκτήσουμε κυριαρχία πάνω στους άλλους, ας μοιράσουμε το κομμάτι το ψωμί δίκαια δίνοντας κάποιες φορές περισσότερο από το μισό στον άλλο, ας επιμετρήσουμε τη ζωή του ως δική μας.
Ιδού ο ρόλος μας…την ώρα που δίνουμε το φαρμάκι-φάρμακο-ελπίδα, με απέραντη καλοσύνη, ακούμε, κατανοούμε, σεβόμαστε, ενθαρρύνουμε, καθοδηγούμε, θυσιαζόμαστε “ακόμη κι αν κανείς δεν καταλαβαίνει την απέραντη μοναξιά του φαρμακοποιού στη διανυκτέρευση” όπως λέει ο μεγάλος Σεφέρης. Έτσι μπορούμε κάθε λεπτό να φτιάχνουμε ένα κόσμο ομορφιάς και υπερβατικής δόξας αντάξιας του είδους μας και της επαγγελματικής μας κληρονομιάς. Σοφοί και προφήτες μας έχουν κηρύξει τη ματαιότητα του ανταγωνισμού και άλλοι μεγάλοι άνδρες έχουν δείξει το δρόμο της ευτυχίας. Ατενίστε μαζί μου τους ποιητές, τους μουσουργούς, τους ζωγράφους, τους ανθρώπους που αποκάλυψαν τα οράματά τους στον κόσμο και οι ανθρώπινες σχέσεις θα έχουν ανείπωτο λυρισμό. Στιγμές στιγμές το ξέρουμε στον έρωτα αυτό το υπέροχο συναίσθημα του λυρισμού αλλά δεν υπάρχει κανένας λόγος να είναι μόνο εκεί, μπορεί να είναι χορωδιακή συμφωνία που μας αγκαλιάζει στο χαμόγελο μιας γιαγιάς μπροστά στον πάγκο μας. Μπορούμε να τα βιώσουμε όλα αυτά εμείς οι φαρμακοποιοί…
Γνωρίζουμε ότι η υπάρχουσα βία στηρίζεται σε αυτό που αποκαλούμε μιμητική επιθυμία. Δεν επιθυμούμε παρά αυτό που έχει ο άλλος. Επιγραμματικά, η μιμητική επιθυμία επιβάλλει στο άτομο-καταναλωτή τι πρέπει να έχει επειδή το έχει ο διπλανός του, δεν προσδιορίζει όμως τις προϋποθέσεις ή το τίμημα που πρέπει να καταβάλλει για να το αποκτήσει. Με αποτέλεσμα οι μάζες, αυτό που δεν μπορούν να αποκτήσουν με χρήματα που δεν έχουν, να απλώνουν με ευκολία το χέρι στη βία που είναι πρόσφορη στον καθένα μας.
Εδώ ανοίγεται η λεωφόρος της πίστης, της εκκλησίας, της θρησκείας.
“Κάθε πολιτισμός”, λέει ο Ζεραρ, “είναι στο ξεκίνημά του θρησκεία”. Όλοι οι θεσμοί έχουν θρησκευτική προέλευση. Η Καινή Διαθήκη προσφέρει το κλειδί του οικουμενικού κώδικα του πολιτισμού μας. Ενώ λοιπόν, εδώ και τρεις αιώνες, η επιστήμη προσπαθούσε παθιασμένα να παρουσιάσει τη θρησκεία ως ανάκλαση συμφερόντων, φόβων και άγνοιας, διαπιστώνει σήμερα ότι τα Ευαγγέλια αφηγούνται την ανθρώπινη ιστορία στο σύνολό της και ακόμη ότι η ιστορία άλλαξε πορεία από τα Ευαγγέλια.
Από τη στιγμή που ο Ιησούς ως αθώο θύμα αυτουποδείχτηκε για το σταυρό, κάθε μηχανισμός της κοινωνίας που στηρίζεται στη βία στερείται νοήματος. Η σταύρωση συνιστά την έσχατη θυσία και δίνει νόημα στην αξία της ζωής.
Ας γεμίσουμε τον εσωτερικό μας κόσμο με το Θεό γιατί αν τον αφήσουμε άδειο, τον καταλαμβάνουν οι δαίμονες και όλοι ξέρουμε τις συνέπειες.
Σας απευθύνθηκα με αγάπη και χωρίς διπλωματία. Αν ξέρουμε από διπλωματία εμείς οι φαρμακοποιοί, σας αφήνω να το συμπεράνετε μόνοι σας τώρα.
Αναφέρομαι σε ένα γεγονός της ιστορικής μας παράδοσης. Όταν ο περσικός στρατός του Ξέρξη πέρασε από την Ασία στην Άβυδο, μια φοράδα γέννησε λαγό. Αυτός ήταν κακός οιωνός για την εκστρατεία του Μεγάλου Βασιλιά. Ο ιδιοκτήτης της φοράδας την πότισε ένα μαντζούνι. Ήταν ένας από εμάς, ήξερε διπλωματία, ήταν φαρμακοποιός.

Άγγελος Κανιούρας

Φαρμακοποιός

ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΣ…

Πάνω τα κάστρα από βραδύς στέκει,
τον ήλιο καρτερεί να φέξει.
Θαρρείς και το φεγγάρι τέλεψε κι αυτό απόψε
μπροστά στα μάτια της σκλαβιάς.
Πέρα στο Βόσπορο, θωρεί
το αντίκρυ των Ιώνων την εύφορη τη γη
κι από εδώ, τρεμάμενη τη Δύση να λουφάζει.
Πέρα από το Πέρα (από την Επτάλοφο) προσπαθεί μονάχα μια στιγμή να θυμηθεί
του Ιάσονα το δέρας και την Ιωλκό
μέσα στο Δάρδανο στενό για να θαρρέψει.
Πέρα από το χρόνο το φθαρτό, το μέγιστο Ναό θωρεί,
που πίστη έμελλε τρανή και μέγα γένος να τον έχει.
Πέρα από τη λεύτερη στιγμή θωρεί αμίλητος
ξενόφερτους λαούς που στη ζωή μονάχα η αρπαγή τους γιγαντώνει.
Ο Πορθητής απέξω υμνούσε σκεπτικός τους σταυροφόρους
που για εκείνον έπρατταν χρόνους και χρόνους τώρα.

Μα Εκείνος στέκει εκεί.
Ενάντια στη μοίρα φέρει σπαθί μπροστά,
θέλοντας να πει σε όσους βόλευε ετούτη η θανή του:
Πως έτσι ταίριαζε η Ξακουστή για να παρθεί,
αφού πρώτα ο τελευταίος βασιλιάς θανατωθεί
παρά να δει μια τέτοια Πόλη σε άπληστα χέρια να ατιμασθεί.
Μα όσο τα τείχη όρθια θα μένουν κι ο Ναός,
θε να θυμίζουν τη δόλια αμέλεια απανταχού της γης
και το φιλόδοξο του Πορθητή,
όστις ξένος σε ξένα μέρη αιώνια θα φοβάται,
(μιας και τούτη πόλη δεν ήτανε ποτέ δικιά του)
και κάθε τόσο θα χτυπά ότι αντιστέκεται ορθό.
Μα στο άδικο ο βασιλιάς θα είναι εκείνο
και θα θωρεί την ίδια τους την πράξη,
πόσο ακόμα, ο ένας σκλάβος
από φόβο, βάρβαρα θα χτυπά από τη μια
κι ο άλλος, ο ιππότης, ο υποκριτής θα κοιτά αμέτοχος από την άλλη.

Εκεί έστεκε απόψε την αυγή. Έγινε μάρμαρο ο Θεός
και είπε: τη γη μου βλέπω εδώ και το λαό μου.
Τέτοια στιγμή, λαοί ακολουθούνε.
Μες στα ερείπια η ζωή μας θα είναι εδώ
Και συ γλυκιά μου Ρωμιοσύνη απανταχού κάθε στιγμή
μέσα στου δρόμου την ανάσα θα πονάς και θα τους πνίγεις.
Στη δύση θα αντηχούν οι προσβολές
Και όσο το πάθος για το χρήμα θα τους πείθει
θα μαραζώνουν αμέτρητες ψυχές:
Για ποια χάρη, τέτοια ατίμωση δέχτηκαν μεγάλη;…

 

Κανιούρας Αγγέλος
Φαρμακοποιός-Ποιητής

Γεώργιος Ραφτόπουλος

Φαρμακοποιός

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΙΣ

Της γης η μήτρα σείστηκε μέσα σ’αστραποβρόντι
σαν ξεγεννούσαν οι θεοί των πόλεων την πρώτη.
Ακούστηκεν το ουρλιαχτό στα τρίσβαθα του κόσμου
κι από τη Ρώμη μακριά ως την Ανατολία
κι απ’ τη ζεστή την Μπαρμπαριά στις παγωμένες στέπες.
Κοψοχολιάσαν τα πουλιά, τρεμόπαιξαν τ’αστέρια
και κάναν τόπο να σταθεί στη μέση το μεγάλο.
Κι ο ήλιος στα μεσούρανα σταμάτησεν το διάβα
γιατί φοβήθηκε κι αυτός μήπως τον εσκιάσει.
Στα δυο ανοίξαν τη στεριά, Βόσπορο τη γεμίσαν
για να βυζαίνει ολημερίς γρήγορα να θεριέψει.
Και τα φτερά της άπλωσεν στην οικουμένη ούλη
πολλούς αγκάλιασε λαούς σαν τ’ Αλεξάντρου κόρη
κι ακούστηκεν στα πέρατα του Όμηρου η γλώσσα.
Τ’ αρχαίο πνεύμα ηφαίστειο κόχλαζεν από μέσα
ήταν ο λόγος ο τρανός Ελλήνων φιλοσόφων
της επιστήμης νάματα, των ποιητών ο στίχος
ήταν η σμίλη των θεών που λάξευσε τ’ ωραίο
κι οι ατσαλένιες οι ψυχές στρατιωτών, ναυμάχων.
Κρατήρας έγινες εσύ που χύμηξεν η λάβα
κι έκαψε την παλιά σοδειά για να βλαστήσει ο σπόρος
που νους ανθρώπινος ποτέ δεν έφκιαξε στον κόσμο.
Κωνσταντινούπολη σαν εσέ οι πόλεις δεν πεθαίνουν
γιατί φοβούνται πιο πολύ το φάντασμα οι εχθροί τους
σαν τις ιδέες ξεγλιστρά απ’ των σπαθιών την κόψη
μπαίνει μέσα στα στήθια τους κι εκεί βρυκολακιάζει.
Θρήνο δε θέλει ο βασιλιάς, πυρό το πάτημά του
στη σιωπή ακούγεται και στο σκοτάδι φέγγει
κανένας δεν το είδε πια, μονάχα τη σκιά του
να σεριανάει βλέπουνε, να τριγυρνά στην Πόλη.
 
 
Ραφτόπουλος Γεώργιος
Φαρμακοποιός – Ποιητής
 
 

Φωτογραφικό υλικό